- ψυχολογισμός
- ο, Ν(φιλοσ.) αντίληψη κατά την οποία τα προβλήματα τής επιστημολογίας και τής ισχύος τής ανθρώπινης γνώσης μπορούν να επιλυθούν ικανοποιητικά με την ψυχολογική μελέτη τής ανάπτυξης τών νοητικών λειτουργιών.[ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχολογία + -ισμός*. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Εστία].
Dictionary of Greek. 2013.